Στις 30/04, ο δήμαρχος Βύρωνα Α.Κατωπόδης στέλνει τον αντιδήμαρχό του Μ. Καραγιάννη να σπάσει τις κλειδαριές της Κατάληψης Ανάληψης. Παράλληλα, χωρίς καμία απόφαση δημοτικού συμβουλίου, χωρίς καμία συνεδρίαση οικονομικής επιτροπής, χωρίς καμία συνεδρίαση και απόφαση γενικά επιτροπής, ο “δήμαρχος της διαφάνειας” βάζει χέρι στο δημοτικό ταμείο και αναθέτει εργασίες ανακαίνισης σε επιχειρηματία που ειδικεύεται σε μαρμάρινες κατασκευές, και δραστηριοποιείται εντός του κοιμητηρίου Βύρωνα. Χαρακτηριστικό της “διαφάνειας” του Α. Κατωπόδη είναι ακριβώς το ότι η μεταξύ τους συμφωνία έγινε κάτω από το τραπέζι, με άγνωστο έως τώρα χρηματικό αντίτιμο,ενώ είχε να κάνει με εργασίες οι οποίες προφανώς και δεν έχουν καμία σχέση ούτε με τη φύση των εργασιών που απαιτούνται στο κτίριο (στοκαρίσματα, ξυσίματα, βαψίματα, ξυλουργικές και σιδηρουργικές εργασίες, συντήρηση ψυγείων), ούτε και με την ειδικότητά του.
Επιπλέον, ο εν λόγω ιδιώτης, μετά από εντολή του Καραγιάννη, αφαίρεσε από τον χώρο υλικοτεχνικό εξοπλισμό της κατάληψης, ο οποίος έχει χρησιμοποιηθεί σε πληθώρα εκδηλώσεων κοινωνικής αλληλεγγύης, τόσο στο Σκοπευτήριο Καισαριανής, όσο και στον κατειλημμένο χώρο. Εκδηλώσεις οι οποίες έχουν καλύψει ιατρικά έξοδα συντρόφων και κατοίκων της γειτονιάς, όπως επίσης και δικαστικά έξοδα συλληφθέντων του αντιφασιστικού και αντικαπιταλιστικού/ αντικρατικού αγώνα. Ο εξοπλισμός αυτός είχε αποκτηθεί με τη συλλογική συνεισφορά κόσμου που έχει στηρίξει διαχρονικά τις εκδηλώσεις τις κατάληψης. Το μεγαλύτερο μέρος του εξοπλισμού πάρθηκε πίσω από την τεχνική υπηρεσία του δήμου, όπου κατέληξε, και βρίσκεται αυτή την στιγμή στην κατάληψη της Ανάληψης. Παρόλα’ αυτά ένα σημαντικό κομμάτι του είναι ακόμα εξαφανισμένο.
Σχετικά τώρα με τον χώρο της κατάληψης, σε αυτόν έγινε άμεσα ανακατάληψη. Το ιδιωτικό συνεργείο εκδιώχθηκε, ενώ σύντροφοι και συντρόφισσες έσπευσαν στο δημαρχείο, ξεκαθαρίζοντας στην δημοτική αρχή ότι πρέπει να ξεχάσει τα όποια σχέδια της για τον κατειλημμένο χώρο. Η απάντηση του Α. Κατωπόδη ήταν αρχικά ότι έγινε παρεξήγηση, ωστόσο ανέφερε ότι προορίζει το κτίριο για δομή κοινωνικού συσσιτίου. Ενημερωτικά αναφέρουμε ότι το πρόγραμμα της δομής κοινωνικού συσσιτίου έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ με την προϋπόθεση ότι θα λειτουργεί στο Αναψυκτήριο “Τα Άστρα” έως τον προσεχή Σεπτέμβριο. Πράγμα που φανερώνει ακόμα μια φορά την γελοιότητα των επιχειρημάτων της δημοτικής αρχής, η οποία προσπαθεί να εκκενώσει ένα έδαφος αγώνα στα μουλωχτά, ελπίζοντας ότι θα μετριάσει τις αντιδράσεις.
Λίγα λόγια για την διαχείριση της φτώχειας
Ας μιλήσουμε στο σημείο αυτό για τα “κοινωνικά συσσίτια”, τα οποία χρησιμοποίησε η δημοτική αρχή, ως αφορμή καταστολής. Αν και αυτά φαινομενικά καλύπτουν τις ανάγκες κάποιου κόσμου, τον οποίο οι εκάστοτε κυβερνήσεις έστειλαν στις λίστες των ευάλωτα οικονομικά ομάδων, στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ακόμα εργαλείο υποδούλωσής μας, καθώς εμφανίζονται, μαζί με διαφορες άλλες “παροχές πρόνοιας”, ως αντιστάθμισμα των μέτρων οικονομικής λιτότητας που επέβαλαν πάνω μας ΔΝΤ, ΕΕ, και Ελληνικό Κράτος. Αυτές οι δομές διαχείρισης της φτώχειας, εκτός του ότι αποτέλεσαν το πλυντήριο των μειώσεων μισθών, των απολύσεων, και της γενικότερης οικονομικής καταστροφής μας, αποτελούν την ίδια ώρα και για τα αριστερά και δεξιά αρπακτικά έναν μηχανισμό για να διασπαθίσουν το δημόσιο χρήμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι περιφέρεια, δημοτικές αρχές και ΕΕ, αφενός δεν εμφανίζουν δημόσια τα ποσά των κοινοτικών επιχορηγήσεων που αναλογούν σε κάθε δήμο ξεχωριστά, αφετέρου θεσμοθετούν την κρατική λαμογιά, καθώς οι δημοτικές αρχές δεν υποχρεώνονται να δηλώνουν στις λογιστικές υπηρεσίες του προγράμματος (ΕΣΠΑ) τα τιμολόγια των αγορών τους, πλην αυτών που αφορούν τις μισθολογικές τους υποχρεώσεις. Για το δήμο Βύρωνα συγκεκριμένα, κύρια μας απορία είναι σε ποιες “αγορές αγαθών” κατέληξαν τα κοινοτικά κονδύλια από τη στιγμή που ο δήμος δεν αγοράζει τα προϊόντα που διανέμει, καθώς όπως μας ενημερώνει από την ιστοσελίδα του το δημοτικό συσσίτιο βασίζεται “αποκλειστικά στην στήριξη των επιχειρήσεων και των εταιρειών της τοπικής κοινωνίας, με τη δωρεάν παροχή προϊόντων-προμηθειών καθώς και στην κοινωνική συνεισφορά”.
Η εμπλοκή των εταιρειών στα προγράμματα “κοινωνικής πρόνοιας” είναι το δεύτερο σημείο άξιο αναφοράς, καθώς αυτό εγείρει ερωτήματα τόσο ηθικά όσο και οικονομικά. Ηθικά γιατί κάποιες από αυτές τις εταιρείες είναι ακριβώς αυτές που οδήγησαν κόσμο στα συσσίτια και τις πλατφόρμες επιδομάτων. Οικονομικά, καθώς μέσω του θεσμού της κοινωνικής ευθύνης αυτές απολαμβάνουν μια σειρά προνομίων, τις οποίες παρουσιάζουν στους εργαζόμενους ως επιχείρημα για να δουλέψουν με μειωμένους μισθούς (πχ παροχή δωρεάν εισιτηρίου για τα ΜΜΜ). Επίσης απολαμβάνουν ένα καθεστώς φοροαπαλλαγών, αντίστοιχο με το μέγεθος του “φιλανθρωπικού” τους έργου. Το μέγεθος της εξαπάτησής μας γίνεται εύκολα αντιληπτό αν αναλογιστούμε ότι οι εταιρίες επιλέγουν να χρηματοδοτούν “κοινωνικές” παροχές αντί να προβαίνουν σε μειώσεις τιμών ή/και αυξήσεις μισθών.
Ενάντια στην φιλανθρωπία
“Πώς προτείνεται να στηριχτούν οι άνθρωποι που πλήττονται από την οικονομική κρίση;” θα ρωτήσει εύλογα κανείς. Για να απαντήσουμε εδώ θα πρέπει αρχικά να απαντήσουμε στο ερώτημα αν τα προγράμματα αυτά είναι η λύση στην οικονομική κρίση. Αν μιλήσουμε με τα νούμερα που κάποιοι θεωρούν αξιόπιστο δείκτη για την εξαγωγή συμπερασμάτων, παρατηρούμε ότι σύμφωνα με τις στατιστικές του περασμένου Φεβρουαρίου υπολογίζεται ότι στην ελληνική επικράτεια τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι ζούνε σε καθεστώς φτώχειας. Από αυτούς “δικαιούχοι” για τα δημοτικά συσσίτια είναι μόλις 25.390. Στην πόλη μας, τον Βύρωνα, από τα 300 άτομα που έχουν δηλωθεί ως “δικαιούχοι”, σε αυτά προσφεύγουν μόλις οι 89. Αυτά τα νούμερα τα παρουσιάζουμε όχι να υποτιμήσουμε τις ανάγκες του κόσμου, καθώς για εμάς κανείς δεν θα έπρεπε να μένει χωρίς τροφή,ρεύμα,νερό, στέγαση, αλλά αντίθετα για να πούμε ότι αυτά τα προγράμματα λειτουργούν εντελώς ευκαιριακά. Αφενός έχουν ημερομηνία λήξης, καθώς δεν βασίζονται σε μια λογική μόνιμης αλληλοβοήθειας ή βολονταρισμού των δημοτικών αρχών, αλλά σε μια σχέση τυχοδιωκτική η οποία τελειώνει μόλις ολοκληρωθεί το ΕΣΠΑ. Αφετέρου η φτώχεια, μέσω των πολιτικών πρόνοιας, με τα δημοτικά φαρμακεία, παντοπωλεία, ΚΕΑ και λοιπά επιδόματα, εισάγεται ως μεταβλητή σταθερότητας για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό από τα επιδόματα που μοιράζουν επιστρέφουν στις τσέπες των αφεντικών, κυρίως με τη μορφή πληρωμών σε ληξιπρόθεσμες οφειλές. Αυτός είναι και ο λόγος που τα επιδόματα τελειώνουν από τις πρώτες κιόλας μέρες του μήνα, και γυρνάμε στο άγχος της καθημερινής επιβίωσης.
Κανένα επίδομα και κανένα συσσίτιο δεν θα λύσει το πρόβλημα της φτώχειας, η οποία βαθαίνει όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο. Ας καταλάβουμε ότι όσο επιτρέπουμε σε κράτος και αφεντικά να αποφασίζουν αυτοί για το τι, αν και πότε θα τρώμε, το μέλλον μας θα είναι ζοφερό.
Δεν θα ζήσουμε από τα συσσίτια και την φιλανθρωπία
Θα ζήσουμε με κοινωνική ανυπακοή και αλληλεγγύη, δημιουργώντας κοινότητες αγώνα
Κατάληψη Ανάληψης
Leave a Reply